Χαρακτηρίζεται από ξαφνική και -στην πλειονότητα των περιπτώσεων- μονόπλευρη βαρηκοΐα λόγω βλάβης του έσω ωτός. Ο βαθμός βαρηκοΐας ποικίλλει από ήπια, μέτρια, σημαντική, σοβαρή έως και κώφωση! Στο 85% των περιπτώσεων συνοδεύεται από εμβοές, στο 30% από ίλιγγο, ενώ συχνά αναφέρονται αίσθημα πληρότητας, διπλακουσία ή υπερακουσία ενδογενών ήχων που παράγονται από το σώμα του ασθενούς visit.
Επιδημιολογικά, διαγιγνώσκεται σε 20 περίπου άτομα το χρόνο σε πληθυσμό 100.000 ατόμων και σπανίως ανευρίσκεται στα παιδιά.
Για την αιτιολογία της έχουν ενοχοποιηθεί διάφοροι παράγοντες όπως διαταραχή της μικροκυκλοφορίας του λαβυρίνθου, βιοχημικές διαταραχές σε κυτταρικό επίπεδο, φλεγμονώδεις διαταραχές του έσω ωτός, θρομβωτικά ή εμβολικά επεισόδια και υποξία του κοχλία
(ιδιοπαθής = αγνώστου αιτιολογίας).
Η διάγνωση τίθεται από το ιστορικό, την κλινική εξέταση και τις ακοολογικές δοκιμασίες.
Η αντιμετώπιση συνίσταται σε άμεση έναρξη αγωγής με πρεδνιζολόνη (κορτικοστεροειδές), με ενδοφλέβια ή από του στόματος λήψη. Υπάρχουν μελέτες που υποστηρίζουν τη χορήγηση αντιικής αγωγής όπως και ρεολογικών παραγόντων. Σε μη ικανοποιητική ανταπόκριση, η αγωγή ενδέχεται να διαρκέσει έως και 2 εβδομάδες συνολικά παράλληλα με ενδοτυμπανικές εγχύσεις κορτικοστεροειδούς. Ως ύστατη λύση μπορεί να προταθεί και θεραπεία σε θάλαμο με υπερβαρικό οξυγόνο.
Η τελική πρόγνωση ποικίλλει αλλά αναφέρεται ως δυσμενέστερη όταν η απώλεια αφορά όλες ή τις υψηλές συχνότητες και όταν η βαρηκοΐα είναι σοβαρή.